Новогреческий словарь
συνεχόμενος
συνεχόμεν|ος
смежный, соседний
(о помещениях)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
смежный
? —
συνεχόμενος
как на
(ново)греческом
будет слово
соседний
? —
συνεχόμενος
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνεχόμενος
? — смежный, соседний
#
(ново)греческий словарь
—
θωρακισμένος
—
πριμαντόνα
—
οδηγήτρια
—
ερπηστικός
—
φαγεδαινισμός
—
λαγγεύομαι
—
θωριούμαι
—
τουρμαλίνης
—
βόλτα
—
στράς
—
αδιαχώρητο
—
ισοσταθμίζω
—
κατραπακιάζω
—
ασωπασιά
—
ετερομορφισμός
—
μπριγκέττα
—
ηράσθην
—
πολιορκητική
—
νυχτιάτικα
—
τεκνοποίηση
—
αμιλησιά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве