Новогреческий словарь
χρηματοκομιστής
χρηματοκομιστής
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
χρηματοκομιστής
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λιγερός
—
λεβιθόχορτο
—
ποδηλατώ
—
θυμιατήριο
—
μικρανεψιός
—
ψηλόπρυμος
—
διοικώ
—
τραγικοποιώ
—
σαζάνι
—
καπιταλίστρια
—
πολύχρωμος
—
νευροπαθητικός
—
χονδρέμπορος
—
νομιμόφρονας
—
ζαβλακομάρα
—
οπισθοδρομώ
—
κόλλοψ
—
βαφτιστικιά
—
επαγγέλλομαι
—
βρεττανικός
—
αρριβισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве