|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αμπάρωτος? — — ακαταμέτρητος — ματαιοδοξία — περίγειος — θορύβησις — περίβλεπτος — αλοτρίβανος — αβρώμιστος — αρραβωνιάρης — σαμπάνια — μακαντάσης — νεολαία — λάφυρο — ηλιοστάσιο — μονοιάζω — πηγαινοέρχομαι — ανύπνια — εθελοντικότητο — αλατερό — μέτωπο — περιδινής — μαλαγάνα |
|||