|
η бутыль; === έμεινε ~ — [phrase]он остался на бобах[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бутыль? — μπουκάλα как с (ново)греческого переводится слово μπουκάλα? — бутыль — ομογενής — κεραμιδύς — τουλίπα — ατζαμοσύνη — έθεσα — βαναδικός — αποκάρωση — χειμωνικός — καββαλιστικός — φλυαρώ — τραγουδιστικά — επισκεπτήριος — εμφιλοχωρώ — ασύνθετος — κινεζικά — ξυλοδεσιά — απογραφέας — ξεβιδωμένος — ασυμβίωτος — απωθούμαι — ανάμικτης |
|||