|
дающий коллоидное вещество #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дающий коллоидное вещество? — κολλογόνος как с (ново)греческого переводится слово κολλογόνος? — дающий коллоидное вещество — συγγενικά — εκτριπτικός — αμετάβολος — ξεμυάλισμα — πεντάπρακτος — Γάλλίδα — απακεττάριστος — φέρομαι — χαμολίβανο — επιστημονικώς — ξεθηλύκωτος — πολυσύνθετος — χρυσοτρίχης — απόθητος — ιδιόγραφο — επικριτικός — ολοκληρώσιμος — ἐξεχασμένος — χρωματοποιείο — βλητικότης — γραιγοτραμουντάνα |
|||