Новогреческий словарь
μαντεύτρια
μαντεύτρια
η
гадалка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гадалка
? —
μαντεύτρια
как с
(ново)греческого
переводится слово
μαντεύτρια
? — гадалка
#
(ново)греческий словарь
—
Αϊδημήτρης
—
αψύχωτος
—
γκριζοπράσινος
—
φαρμακοκινητικός
—
προσφυγόπουλο
—
αμίμητος
—
νεύση
—
γυφτοκάλυβο
—
ανενοίκαστος
—
νήξη
—
ηλεκτροφώτισις
—
γιλοτίνα
—
ξεμαντάλωμα
—
επιστολοζύγιο
—
αλλότριο
—
εναντίωση
—
πυροβολισμός
—
πανηγυρήσιος
—
μελισταγής
—
συμπιεστό
—
αντιστοιχίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве