|
десятичасовой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово десятичасовой? — δεκάωρος как с (ново)греческого переводится слово δεκάωρος? — десятичасовой — ρογχάζω — λιοπερίβολο — ανυπονόητος — λιανοκαμωμένος — άβαφος — χλωρωτικός — ετοιμοπόλεμος — ύπαρξη — ψιλαίνω — άλεσμα — λημώδης — σαρκώνω — εξολκεύς — ζίγκος — ετού — εξάγωνο — βουρδουλίζω — αιματοκύλισμα — κατσαρολικό — μεμιάς — σπινθηριστής |
|||