Новогреческий словарь
καραμπινιέρος
καραμπινιέρ|ος
ο
карабинер, жандарм
(в Италии)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
карабинер
? —
καραμπινιέρος
как на
(ново)греческом
будет слово
жандарм
? —
καραμπινιέρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
καραμπινιέρος
? — карабинер, жандарм
#
(ново)греческий словарь
—
γαλακτόζη
—
βαλανίδι
—
διεξαγωγή
—
εκλαμψία
—
ακράτως
—
ριζοβόληση
—
οστέινος
—
ζυγοστάθμηση
—
ανατολίτης
—
αγγελτήριο
—
αλική
—
νέα
—
συναποκομίζω
—
κοντραμπατζής
—
ορνιθοτροφείο
—
τηλεκατευθυνόμενος
—
όμως
—
φρεναδόρος
—
πλώρη
—
δραματολογία
—
γλυκόμιλος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве