|
свежий, мягкий (о хлебе) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово свежий? — γλαστερός как на (ново)греческом будет слово мягкий? — γλαστερός как с (ново)греческого переводится слово γλαστερός? — свежий, мягкий — σκουράντζος — συγκαταβαίνω — φανάρι — εκέρασα — αλεπουρά — αιμοπυόρροια — στεφανωμένη — ραδιοεπαφή — κακότροπος — γύψος — ξερράβω — αριστερισμός — αγιότητα — σκουληκαντέρα — ιγνυακός — αγέννητος — ανομοιογένεια — ανοσοποιητικός — βώλακας — ενίοτε — τανάπαλιν |
|||