|
трахомный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово трахомный? — τραχωματικός как с (ново)греческого переводится слово τραχωματικός? — трахомный — αφεντιά — εξτρεμιστής — κοσκινισμένος — νοστιμούλης — πολεμικός — εναντιογνωμώ — οστρακόδερμος — ντρίλλι — παράσιτο — παλαιώνω — αιγίλωψ — κάλαθος — αντικρυστής — ερωτικός — φονεύς — ασπροκιτρινίζω — φραίζα — κολχόζνικος — αθήλειαστος — τρυγητής — δημαρχιλίκι |
|||