|
ο зелёный вьюрок (птица) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово зелёный вьюрок? — φλώρος как с (ново)греческого переводится слово φλώρος? — зелёный вьюрок — στρατονομία — εθελοδουλεία — φαγεδαινισμός — επαναπατρισμός — υποστάθμη — εδεδώ — βιαιότητα — κομψολόγος — εμφράττω — μοσχοπουλάω — απογκρεμίζω — περιτέμνω — σπαθωτός — απηλπισμένος — αποκατασταίνω — όξος — ενσφήνωση — μολυβδουργός — μπουρανόσουπα — χείμαρρος — σβύνω |
|||