Новогреческий словарь
αρχιμήδειος
αρχιμήδει|ος
архимедов
;
~ έλιξ — архимедова спираль
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
архимедов
? —
αρχιμήδειος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αρχιμήδειος
? — архимедов
#
(ново)греческий словарь
—
επαίτης
—
χορτολόγος
—
καραούλι
—
ανεπίσχετος
—
παρακεντές
—
υδροχλώριο
—
ιχθυέλαιον
—
ρυθμιστικός
—
αληθολόγος
—
διατήρηση
—
άυλος
—
μπογιάτισμα
—
βεδούρα
—
ελαιουργείον
—
θειαφόφεγγος
—
συναισθάνομαι
—
οικολόγος
—
αποκοιμιέμαι
—
περιφραστικός
—
λόξευμα
—
καρτερικότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве