Новогреческий словарь
οργανογενετικός
οργανογενετικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
οργανογενετικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αδελφομοιρασιά
—
αβρεξιά
—
δράκαινα
—
ξεβοτάνισμα
—
ανατολίτικος
—
πολυποσία
—
αναπηδώ
—
νεφρό
—
μυρισμένος
—
θαλασσινός
—
πευκοφλοιός
—
εξαϋλώνω
—
επονειδιστικός
—
φυγομαχία
—
ατζέμ-πιλάφι
—
ανευκρίνητος
—
δρωπικιάρης
—
γυναίκα
—
αποδαύτος
—
τρύπησις
—
κατηχούμενος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве