Новогреческий словарь
κτηριακός
κτηριακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κτηριακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τσιγκουνιά
—
αποκαινουργίς
—
δεσμιδωτός
—
χνωτίζω
—
φυσιγγιοθήκη
—
δινητός
—
χρηστομάθεια
—
ανατριχούμαι
—
ξυλομετρική
—
παχύρρευστος
—
σκιάζω
—
ανεμοκυκλίζομαι
—
σάλπισμα
—
πίφφερο
—
βιώσιμος
—
φαρίνα
—
ξερρωγιάζω
—
τεμάχιο
—
δοντωτός
—
πασσατέμπο
—
καλωδιάκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве