|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σφετερίστρια? — — βλαστημώ — ρουφώ — πανθεϊστής — γδάρσιμο — ιοντιστής — πολλαπλασιαστικός — μυστικισμός — αραχνούφής — εμποράκος — γράμπα — αυτοκρατόρισσα — δίνηση — σφήνωσις — βιοτεχνικος — μακαριώτατος — προσεύχομαι — άσε — ενωμόταρχος — γυναικολατρεία — αριβάρω — συμπεθερικός |
|||