Новогреческий словарь
λαιμόκοψη
λαιμόκοψη
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
λαιμόκοψη
? —
#
(ново)греческий словарь
—
μουγγαίνομαι
—
βληχή
—
καθρεφτάδικο
—
φιλιούμαι
—
ταύρος
—
λιατήρι
—
δηλοποιώ
—
ημισκιά
—
γοργοφτέρωτος
—
δόνταρος
—
διαστασιολόγηση
—
έννοια
—
θέλγω
—
δηλωτικό
—
ακαβάλλητος
—
ανάχυση
—
ορνιθοτρόφος
—
αστυνομεύω
—
σχεδιομανής
—
συντροφιά
—
ανυπεράσπιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве