Новогреческий словарь
αγουλιανός
αγουλιανός
ο
сом
(рыба)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сом
? —
αγουλιανός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγουλιανός
? — сом
#
(ново)греческий словарь
—
μιλιόνι
—
συντομογραφικώς
—
περίφραχτος
—
σκληροκαρδος
—
κρεβατομουρμούρα
—
σχετίζω
—
φηρίκι
—
εμβληματικός
—
γλύκισμα
—
δεκατετραετής
—
σαμαράς
—
κοράκι
—
αποτρόπαιος
—
κόκαλο
—
μολόγημα
—
ηλιολατρικά
—
παραπετάω
—
ικέτις
—
εκκωφαίνω
—
προσκοπικά
—
γαβάνι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве