Новогреческий словарь
οξυγόνωσις
οξυγόνωσις
(-εως) η
насыщение кислородом
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
насыщение кислородом
? —
οξυγόνωσις
как с
(ново)греческого
переводится слово
οξυγόνωσις
? — насыщение кислородом
#
(ново)греческий словарь
—
δημοκρατικότητα
—
νικοτινικός
—
μουδιάζω
—
υδρομηχανική
—
αρέσκεια
—
άλλαχτος
—
καζανόκαρφο
—
απροσκόλλητος
—
δροσάνεμο
—
γηροκόμειο
—
βαθυκόκκινο
—
παρασκήνια
—
χουζουρλίκι
—
μονοσέντονο
—
βοηθητικός
—
φιδάκι
—
αγουρογέννητος
—
τσικρίκι
—
διδασκαλείο
—
εξώσφαιρα
—
σφυρίχτρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве