|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρακουράζομαι? — — ενεμήθην — κελλί — γαλαντομία — ακτινογραφία — πολυκυτταρικός — ασημοκέρατος — αθαλάσσωτος — λούτσα — ανορεξία — τσιγάρισμα — κηροπλάστης — αντιστοιχίζω — ταιριάζω — εκφόβιση — βυζίον — ελαφροποινίτης — ξεχύνω — επιστολιμαίος — εγγλεζοπούλα — ακερος — χουζουρλού |
|||