Новогреческий словарь
αλεξίβροχο
αλεξίβροχο
το уст.
зонтик
(дождевой)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
зонтик
? —
αλεξίβροχο
как с
(ново)греческого
переводится слово
αλεξίβροχο
? — зонтик
#
(ново)греческий словарь
—
προικοδότηση
—
μάππα
—
πρωτόγεννα
—
παραπλώνω
—
αποτυπώνω
—
έγκαιρα
—
κρήνη
—
εδαφογνωσία
—
ξενοφερμένος
—
ντελής
—
αναδανεισμός
—
κήτος
—
ομόσπονδος
—
γυμνασιαρχείο
—
οργανικά
—
ταλαντευτικός
—
διοικήτρια
—
συναρμολόγημα
—
ζουρνάς
—
πλαγιοδρομώ
—
υπαίθριος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве