Новогреческий словарь
επικαθίζω
επικαθίζω
сажать
(на что-л.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
сажать
? —
επικαθίζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
επικαθίζω
? — сажать
#
(ново)греческий словарь
—
ημίγυμνος
—
αφηρημένο
—
πωπός
—
ραδιογράφημα
—
βουρκώνω
—
χωροταξία
—
οπίσθιος
—
γκελ
—
συγκάνω
—
καληνύχτα
—
απόδοση
—
ξυλοστάτης
—
τάδε
—
ασκηνοθέτητος
—
φυσικοθεραπεύτρια
—
συνέβγαλμος
—
νεωδόχος
—
αναδημοσιευμένος
—
επιστομώ
—
στροφοδίνη
—
χαλεπότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве