Новогреческий словарь
αλόμετρον
αλόμετρον
το мор.
солемер
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
солемер
? —
αλόμετρον
как с
(ново)греческого
переводится слово
αλόμετρον
? — солемер
#
(ново)греческий словарь
—
μεταπλασμένος
—
ξεστράβωμα
—
εμβρυογονία
—
λιοκάθισμα
—
νεανθής
—
φωτοαναγνώριση
—
βαρυαλγω
—
αναβαίνω
—
επινίκιος
—
αντοχή
—
εδώδιμος
—
βλαμμένος
—
ουσιαστικοποιούμαι
—
μνησικακία
—
εβραϊκά
—
ζώνομαι
—
μυοκαρδίτιδα
—
δίγνωμος
—
ουτιδανότης
—
τεκνογονώ
—
κοπανίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве