|
(-ίτιδος) η мед. воспаление матки #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово воспаление матки? — μητρίτις как с (ново)греческого переводится слово μητρίτις? — воспаление матки — αραπόσυκο — καψαλισιά — ερημία — χρησμολύτης — βυζαίνω — αποχρωματίζομαι — μαχαιροποιείο — μαρμαρουργική — γυμνασιόπαιδο — γαλάζιος — επιδραστικός — βρυόφυτα — αμυλόκολλα — τεφτέρι — αόριστος — εφηβοσύνη — τρελέγκω — νώτο — καταδεικνύω — προσχωτικός — κοσπεντάρικο |
|||