|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово οινοπνευματόμετρον? — — εγείρω — βάλσαμο — νικάω — εκκρεμώ — αχυρένιος — ανομοιώνω — τραγόπαπας — βολεύω — αναλογική — βραδέως — ογκώνω — μπούστο — εξηγημένος — έφεδρος — σεισμογραφία — πετάγομαι — φαλαινάκι — ασυνάρτητα — δηλόω — γιομ- — πραγματώνω |
|||