|
непереплетённый (о книге) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непереплетённый? — αστάχωτος как с (ново)греческого переводится слово αστάχωτος? — непереплетённый — επιλοχίας — εναλλακτήρ — πταισματοδικείο — βραχύνω — αντίλαμπρα — κολαουζιέρης — λιθαγωγός — θέσεις-κλειδιά — καταπήκτης — μαγγάνιο — συνερίζομαι — αθάμβωτος — σωματεμπορία — αχεριώνας — ανασαίνω — δόθηκα — ηλεκτραγωγός — αντίκα — παθολογικός — υπηρεσία — ιππαστί |
|||