|
το тушёные овощи; === ~ ~ — вперемешку, без разбора #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тушёные овощи? — τουρλού как с (ново)греческого переводится слово τουρλού? — тушёные овощи — ορθοδοντική — αναζωογονητικά — δέντρος — τελείως — πνικτικός — αμφιβολία — αλογοσύρτης — σπείρωμα — τραγωδία — κυνηγώ — βιαστής — εξατομικεύω — βραδυτόκος — Ανταρκτική — ανθρωπομορφικός — παλαιστής — ροδοπέταλο — καταφθάνω — κουφίζω — επαναπλέω — καρφιτσοθήκη |
|||