|
эпикурейский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово эпикурейский? — επικούρειος как с (ново)греческого переводится слово επικούρειος? — эпикурейский — δακτυλιοειδής — θαλάμη — προσαρμόζω — ενδυτός — αλλαξοκαιριά — εξαίσιος — ορθοτονούμαι — βαρύθυμα — εγκυκλοπαίδεια — κατατρομάζω — αργυρωρυχείο — εκμεταλλεύομαι — ξεχωριστός — βούκινο — πετρελαιοκίνητος — λεύκασμα — άλατα — αράχνη — αηδονώ — συσταίνω — ζερβά |
|||