Новогреческий словарь
καββαλιστικός
καββαλιστικός
прям., перен.
кабалистический
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кабалистический
? —
καββαλιστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
καββαλιστικός
? — кабалистический
#
(ново)греческий словарь
—
γκελμπερί
—
μορφιά
—
εμβολιάζω
—
δεσμοφύλακας
—
νάφθα
—
παγγνώστης
—
αμοιριά
—
πατρωνάρω
—
λιοκάθισμα
—
κερί
—
στεατώδης
—
ορώ
—
χολεμεσία
—
επονείδιστος
—
χοντρέμπορος
—
αποκοσκινίδια
—
άφωνα
—
μαφία
—
λουτρατζισσα
—
κατακάθημαι
—
γραφικότητα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве