Новогреческий словарь
χινόπωρο
χινόπωρο
το
осень
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
осень
? —
χινόπωρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
χινόπωρο
? — осень
#
(ново)греческий словарь
—
τραχεία
—
διεκπεραίωση
—
ερεθιστικός
—
ευχή
—
απογένομαι
—
σαϊτοθήκη
—
βέμβιξ
—
αδιαβροχοποίηση
—
λειχήν
—
ξανθομαλλούσα
—
αναθαυμάζω
—
αντιζυγισμένος
—
σεμνότυφος
—
τρόφιμος
—
τρίχας
—
λιθόστρωτος
—
καρρέ
—
διαλογιομαι
—
βώλαξ
—
σεπτεμβριανά
—
ατσίμπητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве