Новогреческий словарь
τσαγιέρα
τσαγιέρα
η
чайник
(заварной)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
чайник
? —
τσαγιέρα
как с
(ново)греческого
переводится слово
τσαγιέρα
? — чайник
#
(ново)греческий словарь
—
στροφείο
—
έναρξη
—
σαμποτάρισμα
—
περίκλειστος
—
βαρογράφος
—
ανανέωμα
—
επέτειος
—
μαρασκίνο
—
εξειδικεύομαι
—
αμέτρητος
—
χρεώνω
—
στροβιλίζομαι
—
ωτορινολαρυγγολογίο
—
κοινοποίηση
—
χωματουργός
—
υπογειάρα
—
τέλειος
—
αδάγκαστος
—
εξάνθηση
—
χάμογέλιο
—
απίσχνανση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве