|
αόρ. от σβεννύω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εσβεσα? — — κρυπτογραφικά — επιπλήρωμα — γυφτολάσι — φταίχτης — ασφήνωτος — φιλόζωος — κακοθανασία — ακροσταβία — λιπαντικός — κομμουνίζω — αλατοπηγός — γαστήρ — μαρτυρία — κορνιζάρισμα — αυλακοειδής — τετράγκωνος — κρατικοποιούμαι — βασανιστήριο — ξυλογλυφίο — πώγων — αρβύλη |
|||