Новогреческий словарь
ελαιουργείο
ελαιουργείο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ελαιουργείο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ζουζούνι
—
αδιάπλευστος
—
πορνεύω
—
συναποκομίζω
—
ακάρπιστος
—
αντιπέμπω
—
αποσταμένος
—
θανατερός
—
στυπόχαρτο
—
συνοφρύωμα
—
κυνηγάω
—
τρίβω
—
προτρέχω
—
αρχαιοπρεπής
—
φροντιστήριο
—
αρκτοκέφαλος
—
ακόντιση
—
απαγχονίζω
—
αργότερα
—
ξυλογαϊδάρα
—
μπάτσικα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве