Новогреческий словарь
μονίτωρ
μονίτωρ
(-ωρος) ο воен.
монитор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
монитор
? —
μονίτωρ
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονίτωρ
? — монитор
#
(ново)греческий словарь
—
ένθεσμος
—
σολέα
—
χνωτίζω
—
διαμελισμός
—
λυχνοπέτης
—
διαγραφείς
—
βραδύφλεκτος
—
προκόβω
—
δημηγορω
—
ακολάκευτα
—
διαγουμίστρα
—
ηλέκτρινος
—
αχτιδιά
—
σπαστικός
—
λάλημα
—
εξεταστέους
—
ζηλεύομαι
—
ενετήρ
—
έκκόκκιση
—
αναθεμελίωση
—
παιδεραστικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве