Новогреческий словарь
τράστ
τράστ
το
трест
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
трест
? —
τράστ
как с
(ново)греческого
переводится слово
τράστ
? — трест
#
(ново)греческий словарь
—
αναδιαρθροκικός
—
κοινάτορας
—
συγκεφαλαίωση
—
επαρχιωτισμός
—
αφτρα
—
αυτοκαλλιέργεια
—
δενδροκομία
—
κρυερός
—
μώνυχα
—
απόκειμαι
—
μποκαδούρα
—
μουντώνω
—
αρμάζω
—
υστερία
—
ζωοκλέφτης
—
ανδράδελφη
—
ξεζουμίζω
—
φαντός
—
μπολιασμένος
—
σχάσιμος
—
αλλοτριογομία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве