Новогреческий словарь
αλληλοδιδακτικός
αλληλοδιδακτικός
взаимно обучающий
;
~ή μέθοδος — метод взаимного обучения
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
взаимно обучающий
? —
αλληλοδιδακτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αλληλοδιδακτικός
? — взаимно обучающий
#
(ново)греческий словарь
—
επιτάφιος
—
νιτροβάμβαξ
—
οφθαλμόρροια
—
οινοβάρελλο
—
κουτσός
—
ἐξεχασμένος
—
Θάνατος
—
βάτος
—
χωρομέτρης
—
ποιούμαι
—
συμβάλλω
—
στεριανός
—
διασκόπηση
—
δυάρι
—
ραβίνος
—
αντεκδικητικός
—
ικετικός
—
μικροβόλτ
—
μαυροκέρασο
—
φαγοκυττάρωση
—
ελεφαντούργημα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве