Новогреческий словарь
γέμιστρο
γέμιστρο
το воен.
магазин, обойма
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
магазин
? —
γέμιστρο
как на
(ново)греческом
будет слово
обойма
? —
γέμιστρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
γέμιστρο
? — магазин, обойма
#
(ново)греческий словарь
—
γέρασμα
—
προγραμματισμένος
—
ραμολιμέντο
—
ανθρωπίστρια
—
καλοκαιρινά
—
φιλότεκνος
—
αεριόμορφος
—
ανταγωνίζομαι
—
χουμανισμός
—
σημαδιακός
—
ευγενής
—
γενικεύσιμος
—
πανιερότητα
—
σελιδοποιούμαι
—
αυγουλάς
—
αόριστος
—
επιβλέπω
—
γκιοτής
—
αμετεώριστος
—
περιποιώ
—
ευνουχιστής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве