|
палочка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово палочка? — ραβδάκι как с (ново)греческого переводится слово ραβδάκι? — палочка — φαγώσιμα — εναερίζω — οργανίστας — θημωνιάζω — ανολκέας — νοβοκαΐνη — σμμοκονιαστής — κερασής — λιόχεντρα — ανάπλωρα — φιλανθρωπικός — κοσκινίδια — βερμούτ — επιδείνωση — εμπειρογνώμονας — χειρουργώ — εξαήμερον — προσπελάζοντες — τορνευτήριο — έλευση — πόμπευμα |
|||