|
η анат. аудиография, отография #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аудиография? — ωτογραφία как на (ново)греческом будет слово отография? — ωτογραφία как с (ново)греческого переводится слово ωτογραφία? — аудиография, отография — υννί — σαρκασμός — ευλογητός — ανώγειον — φιλοσοφία — αρμονίζω — τρύπησιά — εξώπορτα — αντίλαμπρο — βρογχίδιο — ατενώς — γνεφολογώ — μειονεκτώ — τσίνουρο — απρολόγητος — ακάθιστος — ασθενοφόρο — αποτροπιαστικός — βρογχίτιδα — επανάκτησις — έγκουση |
|||