Новогреческий словарь
σαλιγγάρι
σαλιγγάρι
зоол.
улитка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
улитка
? —
σαλιγγάρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
σαλιγγάρι
? — улитка
#
(ново)греческий словарь
—
υπερλυπούμαι
—
διάσειστος
—
δυσμενικός
—
γελοιογραφώ
—
μυασθενικός
—
κόκκορας
—
καντηλανάφτης
—
σκληρά
—
εμποιώ
—
βωλοκοπιά
—
αργοσαλεύω
—
τραχύνω
—
άκανθα
—
μαγκλάρας
—
χοιροβότανο
—
ανισοκατανομή
—
δευτερίας
—
πολυθρήνητος
—
έντεχνος
—
πυριτιδοποιός
—
ζωγράφισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве