|
внутри; внутренне #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово внутри? — εσωτερικώς как на (ново)греческом будет слово внутренне? — εσωτερικώς как с (ново)греческого переводится слово εσωτερικώς? — внутри, внутренне — κυτταρικός — φτερώνω — καρτερία — επιφανής — φεσοποιείο — κατσαρίδα — ραντιστήρι — συμμιγάς — ανασήκωμα — αναχώνω — υδρομετρία — γύμνωση — ατσίνορος — κροταλίας — συμμόρφωση — ρημοκκλήσι — συγκατατάσσομαι — ορθογώνιος — βλαχοχώρι — ντελάλης — ιταλομάθεια |
|||