|
антикатолический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово антикатолический? — αντικαθολικός как с (ново)греческого переводится слово αντικαθολικός? — антикатолический — Μανουσάκης — καρποφθόρος — λευκοφόρος — δηλητηριαστής — επισκοπεύω — μαυροτσούκαλο — αχνός — έπειτα — σακαράκα — αδιαχώριστος — φαγάκι — δάκτυλος — δεκτικός — σπινθηρίζω — δοχειάριος — γραυγίζω — μπάλα — πολύβοος — αλληλοαποκλειόμενος — παλαμιαίος — νεογενής |
|||