|
το бритьё #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бритьё? — ξυράφισμα как с (ново)греческого переводится слово ξυράφισμα? — бритьё — εφηβείον — ανεμίζω — τροφοδοσία — ρύαξ — αφορεσμός — ανακλητήριος — πρώτον — επτακοσιετηρίδα — ακατακύρωτος — δαιμονιόπληκτος — γονιά — ικανοποίηση — διαχείμανση — ανεπίγνωστα — άπαχος — Φανερωμένη — ξεμώρατος — αποφασίζω — επιστεγάζω — ωρίμασμα — καβλί |
|||