|
бот. смолоносный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово смолоносный? — ρητινοφόρος как с (ново)греческого переводится слово ρητινοφόρος? — смолоносный — Ασπροσουσουράδα — γελοιογραφούμαι — ορμητικός — ψώνι — απόβλητος — ατμοδύναμη — αυτιάζομαι — υποπολλαπλάσιος — αδιάπταιστος — ισχιακός — βασίλισσα — σπιτήσιος — λεμφαδενίτιδα — τροφοδοσία — αντιρρέω — ψιλοκάμωτος — ανακατωτός — μεγαλομανής — ήρεμος — χαβάς — ξεμοναχιάζομαι |
|||