|
водородистый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово водородистый? — υδρογονούχος как с (ново)греческого переводится слово υδρογονούχος? — водородистый — σπιρουνίζω — δάκτυλο — εξάμβλωσις — παιδεύομαι — πλατσουλίζω — πλούτισμα — κλιβανοφόρος — πεταλούδισμα — διαταράσσω — σαγή — ατιθάσσευτος — διαθρύπτομαι — ρεβένι — ζυθόχορτο — χρεωκοπικός — πολιτογραφούμαι — ανασαλεύω — βαράω — παντρολόγημα — χνόαση — ωοδόχη |
|||