Новогреческий словарь
πυγολαμπίδα
πυγολαμπίδα
η
светляк, светлячок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
светляк
? —
πυγολαμπίδα
как на
(ново)греческом
будет слово
светлячок
? —
πυγολαμπίδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
πυγολαμπίδα
? — светляк, светлячок
#
(ново)греческий словарь
—
σπεκουλαδόρα
—
μαρουλάκι
—
ψυχοθεραπευτής
—
ανασέρνω
—
τοξικομανής
—
ιστιοραφείο
—
διάχωση
—
ροζιάρης
—
εκταφή
—
εξαίρετος
—
δρομομέτρηση
—
αερόσφαιρα
—
σαρακοστιάτικος
—
εξαρτημένος
—
αρρύθμιστος
—
υπερευαισθησία
—
αλληλεπιδραστικός
—
πτυελινη
—
αφίνω
—
ξελιγδιάζω
—
στίλβων
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве