|
το кюри (единица радиоактивности) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кюри? — κιουρί как с (ново)греческого переводится слово κιουρί? — кюри — βουγάς — βώπα — ωάριο — δεκανίκι — λίγκα — κουτσομπόλισσα — μπρούμυτος — επ'αυτοφώρω — αποπλέω — φενακιστικός — ψυχοπλακώνω — κατρακυλάω — υπονοούμαι — ψευτοζώ — καλομαθαίνω — αποζυγώνω — σαλτάρω — συνεπήχθην — ζευκτηρία — φραγγέλλιο — κλωνιά |
|||