Новогреческий словарь
σταθήτε
σταθήτε
(προστ. от στέκω)
стойте!
(команда)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
стойте!
? —
σταθήτε
как с
(ново)греческого
переводится слово
σταθήτε
? — стойте!
#
(ново)греческий словарь
—
μαυροβουσκιά
—
καπνοφυτεία
—
πλάγιοβαδισμός
—
φωτοσκίαση
—
εδαφισμός
—
ουρανός
—
δαιμονολατρία
—
γυροβολω
—
περιπλέκω
—
ευφημισμός
—
ειρημένος
—
αυτοέλεγχος
—
ξωτικιά
—
αεροδρομιακός
—
κολλάω
—
εξαφρίζω
—
στρομβοειδής
—
ανεκχώρητος
—
δυναμωτικό
—
παραστέγοσμα
—
εξηγηματικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве