|
το короткая овечья шерсть #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово короткая овечья шерсть? — αρνοπόκι как с (ново)греческого переводится слово αρνοπόκι? — короткая овечья шерсть — υδροφόρα — σκληρόψυχος — φορτσάδος — αποσείω — ασύγκριτος — διπλοσέντονο — αναντιστοιχία — ετερόκοιλος — καιροσκοπία — πατρώνυμο — χορογραφία — φεγγαράκι — κρανιολογικός — εκτελέσιμος — επέρχομαι — μεσοβασιλεία — περίπλοκος — τσιμπώ — αλυσόκλειστος — υστερορραγία — λουστικά |
|||