|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ιστογένεση? — — οργανικά — βατραχίνα — ωοφορίτις — ακτινοσκοπία — ορεογραφία — σαραντάρης — ένιοι — περικόχλιο — αλογόπετσο — παθολογικός — νεολαία — φωκόλ — φορτωτική — ανάσσω — πύραυλος — μετωπιαίος — αμφιφανής — παγετός — χλευαστικός — ραδιοθεραπευτικός — εργοδότρια |
|||