Новогреческий словарь
πλήθιος
πλήθι|ος
многочисленный
;
~α μαλλιά — пышные густые волосы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
многочисленный
? —
πλήθιος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πλήθιος
? — многочисленный
#
(ново)греческий словарь
—
υπαρχηγός
—
εξηντάρης
—
αποφορά
—
πολτοποιώ
—
σκυλοκαβγάς
—
αναδιοργανωτής
—
λαϊκότροπος
—
ώχηστρα
—
καλημέρα
—
αντιθετικότητα
—
αστροφώτιστος
—
αχύλωτος
—
αναβροντώ
—
υποδαυλισμένος
—
ταμπεραμέντο
—
επέλαση
—
εξαργορώσιμος
—
ανακατατάσσομαι
—
αποθεραπεύω
—
ώριος
—
προπληρώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве